Ηλεκτρονικοί κατάλογοι εκδοτών: Μοντέλα οργάνωσης και η συνεισφορά τους στην παραγωγή της Εθνικής Βιβλιογραφίας
Article Index |
---|
Ηλεκτρονικοί κατάλογοι εκδοτών: Μοντέλα οργάνωσης και η συνεισφορά τους στην παραγωγή της Εθνικής Βιβλιογραφίας |
Page 2 |
Page 3 |
All Pages |
Page 1 of 3
Ηλεκτρονικοί κατάλογοι εκδοτών: Μοντέλα οργάνωσης και η συνεισφορά τους στην παραγωγή της Εθνικής Βιβλιογραφίας
Εισαγωγή
Μια πρώτη εφαρμογή της πληροφορικής από τους Εκδότες και τα Βιβλιοπωλεία ήταν στη μηχανοργάνωση των καταλόγων τους. Η μηχανοργάνωση των καταλόγων σε συνδυασμό με την αλματώδη ανάπτυξη των δικτύων και ιδιαίτερα του Internet κατέστησε δυνατή την ανάπτυξη ηλεκτρονικών τοποθεσιών (Sites), στις οποίες μεμονωμένοι ή συνεργαζόμενοι εκδότες και βιβλιοπωλεία παρουσιάζουν τις εκδόσεις που διαθέτουν σε έναν ενιαίο κατάλογο.
Οι σελίδες των Εκδοτών στο Internet μετατρέπονται σε γενικότερες πηγές πληροφόρησης για θέματα βιβλίου καθώς παρέχουν τη δυνατότητα:
Στη σύντομη παρουσίαση μου θα αναφερθώ στα μοντέλα οργάνωσης συλλογικών καταλόγων Εκδοτών και θα παραθέσω μερικές πρώτες σκέψεις για το πως τα μέσα που αναπτύσσονται, εφόσον θα γίνουν με τήρηση προτύπων και κανόνων, θα μπορούσαν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να βοηθήσουν σημαντικά τις διαδικασίες παραγωγής της Εθνικής μας Βιβλιογραφίας.
Οι σελίδες των Εκδοτών στο Internet μετατρέπονται σε γενικότερες πηγές πληροφόρησης για θέματα βιβλίου καθώς παρέχουν τη δυνατότητα:
- Παρουσίασης των καταλόγων βιβλίων με ηλεκτρονικές συνδέσεις (Links) σε σελίδες που περιέχουν βιογραφικά σημειώματα συγγραφέων και με άλλους σχετικούς οργανισμούς
- Σύνδεσης με mail lists όπου υπάρχουν πληροφορίες για πολιτιστικά γεγονότα, νέα, απόψεις κ.λπ.
- Παραγγελίες βιβλίων On-line
Στη σύντομη παρουσίαση μου θα αναφερθώ στα μοντέλα οργάνωσης συλλογικών καταλόγων Εκδοτών και θα παραθέσω μερικές πρώτες σκέψεις για το πως τα μέσα που αναπτύσσονται, εφόσον θα γίνουν με τήρηση προτύπων και κανόνων, θα μπορούσαν κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να βοηθήσουν σημαντικά τις διαδικασίες παραγωγής της Εθνικής μας Βιβλιογραφίας.
Συλλογικοί κατάλογοι Εκδοτών
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, όταν ένας αριθμός Εκδοτών επιθυμούσε να δημιουργήσει έναν συλλογικό on-line κατάλογο, έπρεπε να υιοθετήσει το μοντέλο του φυσικού συλλογικού καταλόγου, δηλαδή έπρεπε να καταχωρήσει όλες τις εγγραφές του καταλόγου του σε μια κοινή Βάση Δεδομένων.
Τα τελευταία χρόνια η εξέλιξη της πληροφορικής και των δικτύων δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ιδεατών (virtual) συλλογικών καταλόγων, οι οποίοι παρέχουν στο χρήστη τη δυνατότητα ταυτόχρονης πρόσβασης σε πολλαπλούς καταλόγους εγκατεστημένους σε διαφορετικά πληροφοριακά συστήματα.
Το κάθε ένα από τις προαναφερθέντα μοντέλα δημιουργίας καταλόγων έχει τα υπέρ και τα κατά του. Η απόφαση για το ποια μορφή οργάνωσης θα υιοθετηθεί από την ομάδα των Εκδοτών θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη θεώρηση των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων του κάθε μοντέλου αλλά και από το επίπεδο οργάνωσης των καταλόγων που επιθυμεί να ενοποιήσει.
Το μοντέλο του φυσικά οργανωμένου συλλογικού καταλόγου εξασφαλίζει υψηλή ακρίβεια και πληρότητα αναζήτησης, καθώς προσφέρει την δυνατότητα ανάπτυξης μιας και μοναδικής Βάσης Δεδομένων στην οποία εφαρμόζονται με συνέπεια κοινές πολιτικές και κοινοί κανόνες ανάπτυξης ευρετηρίων και καταλογογράφησης.
Τα προβλήματα στο μοντέλο φυσικής οργάνωσης συλλογικών καταλόγων εντοπίζονται κυρίως στις διαδικασίες ενημέρωσης και συντήρησης της κοινής Βάσης δεδομένων. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού έχουν εφαρμοστεί διάφορες πρακτικές.
Α. Ο συλλογικός κατάλογος είναι ο κύριος κατάλογος των Εκδοτών που συμμετέχουν στο σχήμα.
Στην περίπτωση αυτή όλοι οι Εκδότες που συμμετέχουν χρησιμοποιούν το ίδιο κοινό σύστημα μηχανοργάνωσης και αναπτύσσουν από κοινού τον συλλογικό κατάλογο.
Η υλοποίηση αυτή έχει μία σειρά από πλεονεκτήματα καθώς:
Ενοποιεί το κόστος: α) της τεχνικής υποστήριξης, β) της προμήθειας του κεντρικού εξοπλισμού κ.ά., καθώς ο κάθε εκδότης δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα ανεξάρτητα από τους άλλους. Είναι προφανές ότι αυτή η προσέγγιση θα παρουσιάσει δυσκολίες στην περίπτωση της ενοποίησης Εκδοτών, οι οποίοι έχουν ήδη δικά τους διαφορετικά συστήματα μηχανοργάνωσης και θα πρέπει να συμφωνήσουν στην υιοθέτηση ενός άλλου. Ως εκ τούτου, το μοντέλο αυτό απαιτεί μεγαλύτερο βαθμό συνεργασίας σε θέματα πολιτικών καταλογογράφησης και ευρετηρίασης και, επομένως, τη συγκρότηση κάποιας μορφής κοινοπραξίας με τα αντίστοιχα όργανα λήψης αποφάσεων και την τήρηση κανόνων συνεργασίας. Παρά ταύτα, εάν οι Εκδότες επιθυμούν να δημιουργήσουν ένα νέο ενιαίο κατάλογο, δεν έχουν ήδη τα δικά τους συστήματα μηχανοργάνωσης και έχουν περιορισμένη δική τους τεχνική υποστήριξη το προρρηθέν μοντέλο πρέπει να εξεταστεί από τα πρώτα. Η σημερινή πραγματικότητα, στην οποία η ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων μέσω των δικτύων είναι μεγάλη και η αξιοπιστία τους είναι εν πολλοίς εξασφαλισμένη, κάνει την προσέγγιση αυτή κατάλληλη ακόμα και για Εκδότες που απέχουν πολύ μεταξύ τους.
Β. Ο κάθε Εκδότης αναπτύσσει τον δικό του κατάλογο και μεταφέρει τα δεδομένα του στον συλλογικό κατάλογο.
Στην περίπτωση αυτή οι Εκδότες έχουν ήδη το δικό τους σύστημα μηχανοργάνωσης και επιθυμούν να εντάξουν τη συλλογή τους σε κάποιο συλλογικό κατάλογο. Για τον σκοπό αυτό οι εγγραφές του κάθε Εκδότη εξάγονται από τον τοπικό κατάλογο και μεταφέρονται στον συλλογικό.
Ένα μειονέκτημα της προσέγγισης αυτής είναι ότι η προσθήκη ενός νέου Εκδότη δεν είναι εύκολη υπόθεση, καθώς απαιτεί την υιοθέτηση μηχανισμών εξαγωγής δεδομένων και πιθανότατα μετατροπής τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις του συλλογικού κοινού καταλόγου. Παρά ταύτα, καθώς η ομάδα των Εκδοτών θα μεγαλώνει, η διαδικασία θα γίνεται λιγότερο δύσκολη καθώς οι νεοεισερχόμενοι είναι πιθανόν να χρησιμοποιούν ίδια ή παραπλήσια συστήματα μηχανοργάνωσης με αυτά που ήδη συμμετέχουν στον συλλογικό κατάλογο. Το μοντέλο αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπίσει πλήρως το θέμα της συνέπειας των εγγραφών που εισάγονται στο σύστημα ως προς την ποιότητα της καταλογογράφησης και ευρετηρίων που αναπτύσσονται.
Ένα ζήτημα που προκύπτει από την οργάνωση αυτής της μορφής σχετίζεται με το χρονικό διάστημα που μπορεί να μεσολαβήσει ανάμεσα στο χρόνο καταλογογράφησης ενός
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, όταν ένας αριθμός Εκδοτών επιθυμούσε να δημιουργήσει έναν συλλογικό on-line κατάλογο, έπρεπε να υιοθετήσει το μοντέλο του φυσικού συλλογικού καταλόγου, δηλαδή έπρεπε να καταχωρήσει όλες τις εγγραφές του καταλόγου του σε μια κοινή Βάση Δεδομένων.
Τα τελευταία χρόνια η εξέλιξη της πληροφορικής και των δικτύων δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ιδεατών (virtual) συλλογικών καταλόγων, οι οποίοι παρέχουν στο χρήστη τη δυνατότητα ταυτόχρονης πρόσβασης σε πολλαπλούς καταλόγους εγκατεστημένους σε διαφορετικά πληροφοριακά συστήματα.
Το κάθε ένα από τις προαναφερθέντα μοντέλα δημιουργίας καταλόγων έχει τα υπέρ και τα κατά του. Η απόφαση για το ποια μορφή οργάνωσης θα υιοθετηθεί από την ομάδα των Εκδοτών θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη θεώρηση των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων του κάθε μοντέλου αλλά και από το επίπεδο οργάνωσης των καταλόγων που επιθυμεί να ενοποιήσει.
Το μοντέλο του φυσικά οργανωμένου συλλογικού καταλόγου εξασφαλίζει υψηλή ακρίβεια και πληρότητα αναζήτησης, καθώς προσφέρει την δυνατότητα ανάπτυξης μιας και μοναδικής Βάσης Δεδομένων στην οποία εφαρμόζονται με συνέπεια κοινές πολιτικές και κοινοί κανόνες ανάπτυξης ευρετηρίων και καταλογογράφησης.
Τα προβλήματα στο μοντέλο φυσικής οργάνωσης συλλογικών καταλόγων εντοπίζονται κυρίως στις διαδικασίες ενημέρωσης και συντήρησης της κοινής Βάσης δεδομένων. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού έχουν εφαρμοστεί διάφορες πρακτικές.
Α. Ο συλλογικός κατάλογος είναι ο κύριος κατάλογος των Εκδοτών που συμμετέχουν στο σχήμα.
Στην περίπτωση αυτή όλοι οι Εκδότες που συμμετέχουν χρησιμοποιούν το ίδιο κοινό σύστημα μηχανοργάνωσης και αναπτύσσουν από κοινού τον συλλογικό κατάλογο.
Η υλοποίηση αυτή έχει μία σειρά από πλεονεκτήματα καθώς:
Ενοποιεί το κόστος: α) της τεχνικής υποστήριξης, β) της προμήθειας του κεντρικού εξοπλισμού κ.ά., καθώς ο κάθε εκδότης δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα ανεξάρτητα από τους άλλους. Είναι προφανές ότι αυτή η προσέγγιση θα παρουσιάσει δυσκολίες στην περίπτωση της ενοποίησης Εκδοτών, οι οποίοι έχουν ήδη δικά τους διαφορετικά συστήματα μηχανοργάνωσης και θα πρέπει να συμφωνήσουν στην υιοθέτηση ενός άλλου. Ως εκ τούτου, το μοντέλο αυτό απαιτεί μεγαλύτερο βαθμό συνεργασίας σε θέματα πολιτικών καταλογογράφησης και ευρετηρίασης και, επομένως, τη συγκρότηση κάποιας μορφής κοινοπραξίας με τα αντίστοιχα όργανα λήψης αποφάσεων και την τήρηση κανόνων συνεργασίας. Παρά ταύτα, εάν οι Εκδότες επιθυμούν να δημιουργήσουν ένα νέο ενιαίο κατάλογο, δεν έχουν ήδη τα δικά τους συστήματα μηχανοργάνωσης και έχουν περιορισμένη δική τους τεχνική υποστήριξη το προρρηθέν μοντέλο πρέπει να εξεταστεί από τα πρώτα. Η σημερινή πραγματικότητα, στην οποία η ταχύτητα μεταφοράς δεδομένων μέσω των δικτύων είναι μεγάλη και η αξιοπιστία τους είναι εν πολλοίς εξασφαλισμένη, κάνει την προσέγγιση αυτή κατάλληλη ακόμα και για Εκδότες που απέχουν πολύ μεταξύ τους.
Β. Ο κάθε Εκδότης αναπτύσσει τον δικό του κατάλογο και μεταφέρει τα δεδομένα του στον συλλογικό κατάλογο.
Στην περίπτωση αυτή οι Εκδότες έχουν ήδη το δικό τους σύστημα μηχανοργάνωσης και επιθυμούν να εντάξουν τη συλλογή τους σε κάποιο συλλογικό κατάλογο. Για τον σκοπό αυτό οι εγγραφές του κάθε Εκδότη εξάγονται από τον τοπικό κατάλογο και μεταφέρονται στον συλλογικό.
Ένα μειονέκτημα της προσέγγισης αυτής είναι ότι η προσθήκη ενός νέου Εκδότη δεν είναι εύκολη υπόθεση, καθώς απαιτεί την υιοθέτηση μηχανισμών εξαγωγής δεδομένων και πιθανότατα μετατροπής τους σύμφωνα με τις απαιτήσεις του συλλογικού κοινού καταλόγου. Παρά ταύτα, καθώς η ομάδα των Εκδοτών θα μεγαλώνει, η διαδικασία θα γίνεται λιγότερο δύσκολη καθώς οι νεοεισερχόμενοι είναι πιθανόν να χρησιμοποιούν ίδια ή παραπλήσια συστήματα μηχανοργάνωσης με αυτά που ήδη συμμετέχουν στον συλλογικό κατάλογο. Το μοντέλο αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπίσει πλήρως το θέμα της συνέπειας των εγγραφών που εισάγονται στο σύστημα ως προς την ποιότητα της καταλογογράφησης και ευρετηρίων που αναπτύσσονται.
Ένα ζήτημα που προκύπτει από την οργάνωση αυτής της μορφής σχετίζεται με το χρονικό διάστημα που μπορεί να μεσολαβήσει ανάμεσα στο χρόνο καταλογογράφησης ενός
Prev - Next >>